- Ἀντωνίου
- Ἀντώνιοςmasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αντωνίου — Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Ανδρέας. Γεννήθηκε στα Βρίουλα (Βουρλάς) της Σμύρνης. Πολέμησε από την αρχή έως το τέλος του Αγώνα πρώτα στην Πελοπόννησο και, αργότερα, σε όλες τις μάχες που έδωσε η Ιωνική φάλαγγα, στην οποία έγινε αξιωματικός το… … Dictionary of Greek
Αντωνίου, Δημήτριος — (Μοζαμβίκη Αφρικής 1906 – 1994). Πλοίαρχος του εμπορικού ναυτικού και ποιητής. Καταγόταν από την Κάσο της Δωδεκανήσου. Το 1912 εγκαταστάθηκε οικογενειακώς στην Αθήνα, όπου τελείωσε τις γυμνασιακές του σπουδές. Σταδιοδρόμησε στο εμπορικό ναυτικό… … Dictionary of Greek
Αντωνίου, Κωνσταντίνος — (18ος αι.). Είναι ο βιβλιογράφος του κώδικα αρ. 80 της Βιβλιοθήκης του Παρισιού, στον οποίο περιέχεται το Χρονικό του Γ. Φραντζή … Dictionary of Greek
Αγίου Αντωνίου, σπήλαιο — Ονομασία σπηλαίων του ελληνικού χώρου. 1. Βρίσκεται στη θέση Κωλιός Καλλονής, της πρώην επαρχίας Πεδιάδας του νομού Ηρακλείου, σε υψόμετρο 390 μ. Έχει μήκος 39 μ., πλάτος 3 μ. και ύψος 2 3 μ. Στο σπήλαιο υπάρχει εκκλησάκι με φθαρμένες… … Dictionary of Greek
Αγίου Αντωνίου, μονή — Ονομασία τριών μοναστηριών. 1. Μοναστήρι γνωστό και ως μονή Βροντησίου (βλ. λ.). 2. Μοναστήρι γνωστό κυρίως ως μονή Απεζανών (βλ. λ.). 3. Ανδρικό μοναστήρι στη χαράδρα που βρίσκεται στα βορειοανατολικά της τοποθεσίας Πόρος, στο 42ό χλμ. της… … Dictionary of Greek
Κλεοπάτρα — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Κόρη του Βορέα και της κόρης του Ερεχθέα Ωρειθυίας, σύζυγος του βασιλιά της Θράκης Φινέα και μητέρα του Πληξίππου και του Πανδίονα. Ο Φινέας την έδιωξε και παντρεύτηκε την Ιδαία, η οποία φυλάκισε την προκάτοχό της … Dictionary of Greek
Αύγουστος, Γάιος Ιούλιος Καίσαρ Οκταβιανός — (Gaius Julius Caesar Octavianus Augustus, Ρώμη 63 π.Χ. – Νόλα 14 μ.Χ.). Ρωμαίος αυτοκράτορας. Ήταν γιος του Γάιου Οκτάβιου και της Αττίας, ανιψιάς του Καίσαρα, ο οποίος τον υιοθέτησε (45 π.Χ.) και τον όρισε με διαθήκη κληρονόμο του. Όταν πέθανε ο … Dictionary of Greek
Μουσείο, Εκκλησιαστικό Μήλου — Το Εκκλησιαστικό Μουσείο της Μήλου στεγάζεται στον ένα από τους δύο παλαιότερους ναούς του νησιού, στην εν λειτουργία εκκλησία της Αγίας Τριάδας, που βρίσκεται πολύ κοντά στην παραλία του Αδάμαντα. Αυτό το πολύ ενδιαφέρον αρχιτεκτονικό μνημείο… … Dictionary of Greek
ορείχαλκος — Δυαδικό κράμα χαλκού και ψευδάργυρου με περιεκτικότητα σε ψευδάργυρο έως 50%. Ο βιομηχανικός ο. (περίπου 20 25% σε ψευδάργυρο) έχει χαρακτηριστικό κίτρινο χρώμα, είναι πολύ συμπαγής, λεπτόκοκκος και μπορεί να υποστεί επεξεργασία εν θερμώ και εν… … Dictionary of Greek
Αντωνία — I Όνομα ιστορικών προσώπων της ρωμαϊκής εποχής. 1. Κόρη του Μάρκου Αντώνιου (54 ή 49 π.Χ. – ;). Μνηστεύθηκε τον γιο του Λέπιδου, μέλους της Τριανδρίας, αλλά το 34 π.Χ., με υπόδειξη του πατέρα της, παντρεύτηκε τον Έλληνα Πυθόδωρο από τις Τράλλεις … Dictionary of Greek